Βρίσκεστε εδώ: Αρχική Τα Νέα μας Το ΜΕΛΤ παρουσιάζει το Μουσείο Φαλτάϊτς

Το ΜΕΛΤ παρουσιάζει το Μουσείο Φαλτάϊτς

Τον Δεκέμβριο του 2017, στο πλαίσιο της 19ης Ενημερωτικής Συνάντησης που οργάνωσε η Διεύθυνση Νεώτερου Πολιτιστικού Αποθέματος και Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού, για την Εκπαίδευση και την Νεοελληνική Πολιτιστική Κληρονομιά, με θέμα «Μουσεία, Δημιουργικότητα και Τοπικές Κοινωνίες», η κ. Έλενα Μελίδη Διευθύντρια του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων, Συλλογή Φοίβου Ανωγειανάκη, παρουσίασε το Μουσείο Φαλτάϊτς, τις δραστηριότητές του και τη συμβολή του στην προώθηση του Σκυριανού πολιτισμού ως μέσου πολιτισμικής αλλά και οικονομικής ανάπτυξης του νησιού.

Τον Δεκέμβριο του 2017, στο πλαίσιο της 19ης Ενημερωτικής Συνάντησης που οργάνωσε η Διεύθυνση Νεώτερου Πολιτιστικού Αποθέματος και Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού, για την Εκπαίδευση και την Νεοελληνική Πολιτιστική Κληρονομιά, με θέμα «Μουσεία, Δημιουργικότητα και Τοπικές Κοινωνίες», η κ. Έλενα Μελίδη Διευθύντρια του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων, Συλλογή Φοίβου Ανωγειανάκη, παρουσίασε το Μουσείο Φαλτάϊτς, τις δραστηριότητές του και τη συμβολή του στην προώθηση του Σκυριανού πολιτισμού ως μέσου πολιτισμικής αλλά και οικονομικής ανάπτυξης του νησιού.

 

ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΑΝΟΥ & ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΦΑΛΤΑΪΤΣ: ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ - ΤΟ ΜΕΛΤ & ΕΛΑΜΟΣΦΑ ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Στη παρούσα μελέτη παρουσιάζονται οι συνεργατικές σχέσεις του Μουσείου Μάνου & Αναστασίας Φαλτάϊτς με τους κλάδους της σκυριανής δημιουργικής οικονομίας και αναλύεται ο τρόπος με τον οποίο το συγκεκριμένο Μουσείο προώθησε διαχρονικά μέσα από τις δράσεις του την πολιτιστική και δημιουργική παραγωγή της Σκύρου.

Με αφορμή μια έρευνα και μια λαογραφική καταγραφή στο νησί το 2016, όπου το επιστημονικό προσωπικό του ΜΕΛΤ&ΕΛΑΜΟΣΦΑ χρησιμοποίησε την δικτύωση του Μουσείου Μ&Α Φαλτάϊτς για να έρθει σε επαφή με την τοπική κοινότητα, το ΜΕΛΤ&ΕΛΑΜΟΣΦΑ ερεύνησε την σχέση του Μουσείου με την σκυριανή κοινότητα και κατ΄ επέκταση το πώς ένα μουσείο μπορεί να εδραιωθεί όχι μόνο ως ενεργός μέτοχος μιας κοινότητας και φορέας γνώσης και πολιτιστικής διάχυσης αλλά και με ποιον τρόπο μπορεί να υπερβεί το ρόλο του πρότυπου που θέλει τα μουσεία απλές αντανακλάσεις του πολιτισμικού τοπίου τους και να αποτελέσει μέρος της κοινωνικής διαβούλευσης, παρόντα στις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές αγωνίες της κοινότητας.

Το Μουσείο Μ&Α Φαλτάϊτς απ' την προϊστορία του υπήρξε σε διάλογο με την τοπική κοινωνία καθώς η οικογένεια Φαλτάϊτς της οποίας στην πατρική οικία στεγάζεται το εν λόγω Μουσείο, καθόρισε, ανέδειξε αλλά και διαμόρφωσε το πολιτιστικό γίγνεσθαι της Σκύρου.

Εντασσόμενη η οικογένεια από πολύ νωρίς στον ευρύτερο κύκλο των Σικελιανών και των Δελφικών τους Εορτών, είναι αυτοί που θα αναδείξουν τον πολιτιστικό πλούτο του νησιού και θα συμβάλουν καθοριστικά, ώστε τα προϊόντα αυτού του πολιτισμού να εξυψωθούν στα εμβληματικά αντικείμενα, ταυτόσημα του όρου Ελληνική Λαϊκή Τέχνη που όλοι γνωρίζουμε.

Ήδη στις πρώτες Δελφικές εορτές, η θεία του Μάνου Φαλτάϊτς, η Μαρία Φαλτάϊτς - Μαυρίκη, θα συνεργαστεί με την διοργανώτρια Αγγελική Χατζημιχάλη, στην παράλληλη των εορτών έκθεση με χειροτεχνήματα του ελλαδικού χώρου, συντονίζοντας την εξαγωγή των αντίστοιχων προϊόντων της Σκύρου και οργανώνοντας την τοπική κοινωνία στην διαδικασία αυτή. Πρόθεση της έκθεσης αυτής ήταν να καταδείξει την άμεση, κατά την Εύα Σικελιανού κυρίως, σχέση του σύγχρονου Λαϊκού πολιτισμού της Ελλάδας με τον Αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό και στην προσπάθεια αυτή τα αντικείμενα της Σκύρου στάθηκαν πολύτιμοι σύμμαχοι.

Ορμώμενη από τις έντονες πρώτες εντυπώσεις η Μαρία Φαλτάϊτς τη δεκαετία ’30 με ’40, θα επεκτείνει την συνεργασία με την Χατζημιχάλη- κυρίως μέσω του Συλλόγου Ελληνική Λαϊκή Τέχνη που η Αγγελική προΐσταται και στον οποίο τότε προέδρευε ο Αντώνης Μπενάκης- και θα δημιουργήσει μέσα στους χώρους της οικίας της, εργαστήρια υφαντικής και ξυλογλυπτικής που θα πολλαπλασιάσουν την παρουσία των Σκυριανών τεχνημάτων στην πρωτεύουσα.

Μέσα από την αμφίδρομη αυτή σχέση οι παραδοσιακές τέχνες της Σκύρου έγιναν ευρύτατα γνωστές ανά το Πανελλήνιο και ιδιαίτερα η Σκυριανή ξυλογλυπτική, με την εισαγωγή του Σκυριανού-Βυζαντινού ρυθμού που τον υιοθέτησε ανεπιφύλακτα η ανώτερη αστική τάξη για αρκετές δεκαετίες.

Αλλά και οι γιορτές, στη Σκύρο, γύρω από τα εγκαίνια του μνημείου στην Πλατεία της Αιωνίας Ποιήσεως, που τιμά τον Άγγλο ποιητή Rupert Brooke, το 1931, συμβάλλουν σημαντικά στη φήμη του νησιού ως φορέα πολιτισμού, καθώς άρθρα για την όλη διοργάνωση γράφονται σε όλο τον ελληνικό αλλά και το διεθνή τύπο. Σημαντική ήταν τότε η συνεισφορά στη διοργάνωση του τότε προέδρου του Συνδέσμου Σκυρίων, του δημοσιογράφου και συγγραφέα Κων/νου Φαλτάϊτς, πατέρα του ιδρυτή του Μουσείου Μάνου Φαλτάϊτς και αδερφού της Μαρίας, ο οποίος δηλώνει σε δημοσιεύματά του της εποχής, πως μέσα στις προθέσεις τους, ήταν αυτή η διοργάνωση να λειτουργήσει σαν πρότυπο μοντέλο για την δημιουργία προϊόντων πολιτιστικού τουρισμού.

Το 1961 η Μαρία Φαλτάϊτς δωρίζει στο Μάνο Φαλτάϊτς το πατρικό οίκημα κ τον περιβάλλοντα χώρο, μαζί με τις συλλογές και τα κειμήλιά του, για να το λειτουργήσει ως Μουσείο και πνευματικό κέντρο.

Για την ανάδειξη και ενίσχυση των Σκυριανών χειροτεχνών το Μουσείο διοργανώνει το 1965 και το 1966 εκθέσεις χειροτεχνημάτων, που θα στεφθούν με μεγάλη επιτυχία, ενώ στη συνέχεια θα φέρει σε επαφή τα τοπικά εργαστήρια με τον Ελληνικό Οργανισμό Μικρών- Μεσαίων Επιχειρήσεων Χειροτεχνίας (ΕΟΜΜΕΧ) για τη στήριξη, την χρηματοδότηση και τον εκσυγχρονισμό τους.

Η φωτογράφιση των εκθεμάτων του μουσείου -πάλι απ’ τον ΕΟΜΜΕΧ - θα διατεθεί για τον δημιουργικό εμπλουτισμό τον εμπνευσμένων από τη λαϊκή τέχνη δημιουργημάτων σε όλη την Ελλάδα, ενώ παράλληλα, κάρτες των εκδόσεων Πάλλη με τα" γραφτά" κεντήματα του νησιού που εκτίθενται στο μουσείο, θα εδραιώσουν τα μοτίβα αυτά ως αρχετυπική εικονογραφία, σύνολα τις ελληνικής παράδοσης, εμπνέοντας πλήθος καλλιτεχνικών δημιουργημάτων.

Αυτή η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για τις παραδοσιακές τέχνες της Σκύρου, τότε, είχε σαν αποτέλεσμα όχι μόνο αυτές να επιβιώσουν, αλλά και να αναπτυχθούν. Τα εργαστήρια της κεραμικής, της ξυλογλυπτικής, αλλά και η υφαντική στηρίζονται και επεκτείνονται με νέους καλλιτέχνες οι οποίοι δημιουργούν στο νησί και άλλα εργαστήρια, σε αντίθεση με άλλες περιοχές της Ελλάδας που την ίδια εποχή οι παραδοσιακές τέχνες τείνουν να εξαφανισθούν.

Η Σκύρος θα μάθει να εκτιμά τον πολιτισμό της και χωρίς άλλη προσπάθεια θα τον κρατήσει ζωντανό ακόμα και έως σήμερα, που παρόλο που η εξωτερική δωρική φόρμα του Σκυριανού σπιτιού έχει υποστεί αλλοιώσεις, τα εσωτερικά όμως των σκυριανών σπιτιών ακόμα εμφανίζουν αυτήν την πολύ-πολιτισμική μουσειακής αξίας διακόσμηση, ίδια όπως στις αρχές του εικοστού αιώνα.

Δυο πολιτιστικά συμπόσια, με τη συμμετοχή της Σκυριανής κοινωνίας αλλά και επιστημόνων απ όλη την Ελλάδα, που διοργανώνει στο νησί το Μουσείο το 1976 και το 1978 με τίτλο «Συσχετική και συγκριτική εξέταση των στοιχείων του παραδοσιακού Σκυριανού Πολιτισμού στο πλαίσιο του ευρύτερου νεοελληνικού χώρου», το πρώτο και «Πρωτοϊστορία και Λαογραφία» το δεύτερο, ουσιαστικά σηματοδοτούν το ξεκίνημα του Πολιτιστικού τουρισμού στο νησί, συμβάλλοντας έτσι στην δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Στις επόμενες δεκαετίες οι δράσεις του Μουσείου επεκτείνονται, με πιο σημαντικά γεγονότα την οργάνωση και λειτουργία το 1979 στο Μουσείο καλλιτεχνικών εργαστηρίων κεραμικής, ζωγραφικής και μεταξοτυπίας στα οποία θα μαθητεύσουν νέοι της Σκύρου και την θέσπιση του «Φεστιβάλ Σκύρου» που θα διαρκέσει για μια τουλάχιστον δεκαετία (1993-2003), δημιουργώντας έτσι μια εστία πολιτισμικής, οικονομικής και κοινωνικής αναφοράς.

Όλα αυτά συντελούν στο να εδραιωθεί το Μουσείο Μάνου & Αναστασίας Φαλταϊτς ως ζωντανός φορέας γνώσης και πολιτιστικής διάχυσης για την σκυριανή τοπική κοινωνία. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε για το ΜΕΛΤ&ΕΛΑΜΟΣΦΑ μια πολύτιμη περίπτωση μελέτης. Είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για εμάς να διερευνηθεί ο τρόπος με τον οποίο από πολύ νωρίς μέσω του συγκεκριμένου φορέα επετεύχθη η καταλυτική σύνδεση του πολιτισμού και της δημιουργικότητας και μάλιστα σε μια εποχή που η έννοια του λαϊκού πολιτισμού και της λαϊκής τέχνης, καθώς και η ανάγκη διάσωσής τους, είχαν αρχίσει να αποτελούν ζητούμενο για την ελληνική κοινωνία.

Με αυτό το σκεπτικό πραγματοποιήθηκε στην Σκύρο επιτόπια έρευνα των υλικών και των άυλων τεκμηρίων της πολιτιστικής κληρονομιάς του νησιού, κατά το διάστημα 3 με 7 Οκτωβρίου του 2016. Πριν την μετάβαση εκπονήθηκε λίστα επιλεγμένων σημείων ενδιαφέροντος. Προς την κατεύθυνση αυτή και για την ομαλή διεξαγωγή της επιτόπιας έρευνας δραστηριοποιήθηκε το εθνολογικό και λαογραφικό Μουσείο Φαλτάϊτς στην χώρα της Σκύρου.

Κατά την παραμονή στην Σκύρο εκπονήθηκε πρωτογενής έρευνα με συνεντεύξεις, φωτογραφήσεις και έρευνα αρχειακού και πρωτογενούς υλικού από χαρακτηριστικές παραδοσιακές κατοικίες. Το πρωτογενές υλικό που συλλέχθηκε αφορά ένα εκτενές πεδίο του νεώτερου πολιτισμού που συμπεριλαμβάνει την αρχιτεκτονική, τη χειροτεχνία, την κεντητική, τις παραδοσιακές ενδυμασίες, την κεραμική, την ξυλογλυπτική την χαλκοτεχνία αλλά και εκφράσεις του άυλου πολιτισμού όπως τοπικά έθιμα και δρώμενα, μουσική, χορός και διατροφή. Τα παραπάνω συνδέθηκαν με τα τοπικά κοινωνιολογικά στοιχεία έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια ολοκληρωμένη εικόνα για τον νεώτερο πολιτισμό της Σκύρου σήμερα. Για τις ανάγκες της παρούσας μελέτης επιλέχθηκε να παρουσιασθούν τρείς επιστημονικοί τομείς ενδιαφέροντος, η σκυριανή ξυλογλυπτική και κεραμική και οι παραδοσιακές ενδυμασίες.

Αναφορικά με την ξυλογλυπτική, η έρευνα εστίασε στην εξελικτική διαδρομή της σκυριανής ξυλογλυπτικής και κυρίως στην τεκμηρίωση της υφιστάμενης κατάστασης ως προς τη μορφολογία, τυπολογία, λειτουργία, χρήση και διακόσμηση των σκυριανών ξυλόγλυπτων αντικειμένων στη σύγχρονη εποχή και ως προς τη μελέτη του επαγγέλματος του ξυλογλύπτη στη Σκύρο (εξάσκηση της τέχνης, προβλήματα και προοπτικές) με παράλληλες αναφορές στο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτισμικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται. Για τη συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε η μεθοδολογία της έρευνας πεδίου με επιτόπια λήψη συνεντεύξεων και συλλογή προφορικών μαρτυριών.

Αναφορικά με την κεραμική πραγματοποιήθηκε επιτόπια έρευνα με συνεντεύξεις και φωτογραφίσεις σε εσωτερικά σπιτιών για τις επιλογές της διακοσμητικής κεραμικής των οικιών κατά τις οποίες καταγραφόταν η μορφολογία, η τυπολογία, η προέλευση, η λειτουργία και τα διακοσμητικά μοτίβα που τα κοσμούν. Επιπλέον, οργανώθηκαν αυτοψίες σε υφιστάμενα εργαστήρια κεραμικής για την καταγραφή του σύγχρονου επαγγέλματος του κεραμέα τόσο ως προς τις επιλεχθείσες μορφές όσο και ως προς τα προτεινόμενα διακοσμητικά μοτίβα.

Τέλος, καταγράφηκαν με την βοήθεια συνεντεύξεων βιντεοσκοπήσεων και φωτογραφήσεων παραδοσιακές ενδυμασίες που σώζονται μέχρι σήμερα και χρησιμοποιούνται σε σημαντικές κοινωνικές εκδηλώσεις. Αποτυπώθηκε ο τρόπος ένδυσης και οι ιδιαιτερότητες της κάθε μίας φορεσιάς. Οι συνεντεύξεις συμπεριελάμβαναν ιδιοκτήτες και τεχνίτες παραδοσιακών φορεσιών, αποτυπώνοντας από την κάθε πλευρά σημαντικές παρατηρήσεις που αφορούν όχι μόνο τα τεχνολογικά αλλά παράλληλα και τα κοινωνικά, τα οικονομικά και τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά των σκυριανών παραδοσιακών ενδυμασιών.

Αναφέρονται οι τρείς ανωτέρω κατηγόριες γιατί συνυφαίνονται άρρηκτα με την παρουσία του Μουσείου Φαλτάϊτς κατά τη διάρκεια των τελευταίων αιώνων στο νησί της Σκύρου. Για τις τέχνες αυτές το Μουσείο μέσα από τη δράση του, που παρουσιάσθηκε συνοπτικά παραπάνω, προκάλεσε μια πολιτιστική ζύμωση στις τοπικές συνειδήσεις, κεφαλαιοποίησε την πολιτιστική κληρονομιά της Σκύρου με την ανάδειξη του πολιτιστικού αγαθού της σε προϊόν υψηλής προστιθέμενης αξίας και ενδυνάμωσε την αντίληψη ότι η συνέχιση της ντόπιας καλλιτεχνικής δημιουργίας που παράγει πρωτότυπα, μοναδικά και αυθεντικά προϊόντα όχι μόνο συμβάλλει στη διάσωση και στην προστασία του σκυριανού πολιτισμού, αλλά δύναται και να προάγει την τοπική οικονομική και κοινωνική συνοχή, με τη δημιουργία και διατήρηση βιώσιμων θέσεων απασχόλησης.

Με άλλα λόγια η παρουσία του Μουσείο Φαλτάϊτς διαχρονικά, ακόμα και μέχρι σήμερα, κατά κοινή ομολογία, προκαλεί στο νησί ένα δημιουργικό momentum, το οποίο συμπαρασύρει όλους τους τομείς της τοπικής οικονομίας με πολλαπλασιαστικά οφέλη.